Και ο χρόνος σταμάτησε Πάνω στη στιγμή που ένιωσες την ψυχή σου γεμάτη Με αυτά που ονειρεύτηκες μια ζωή ότι είχες αγκαλιά Και ο ουρανός πήρε χρώματα που δεν είχες ξαναδεί Όλη σου η ζωή ο λυγμός του δοξαριού, Μια χορδή που αγγίζεις με το δέρμα Για να χτίσεις τη δική σου ιστορία
Όταν ξανακοιτάξεις τ' αστέρια για να νιώσεις ένα με αυτά Όταν τα θαμπά φώτα καθαρίσουν τη θολωμένη σου σκέψη Όταν το περίγραμμα του κόσμου δε θα σε σημαδεύει Κι όταν πάψεις να ζηλεύεις τα ταξίδια των ανθρώπων τότε να πιστέψεις πως η μέρα που ξημερώνει κρύβει την αυγή αυτού που πάντα ήθελες να είσαι
Σαν σε όνειρο μου χάρισαν ένα δώρο κι είχα τέτοια χαρά, όπως μ' αυτά που έρχονται ξαφνικά και φωτίζουν τη ζωή σου. Το κρατούσα στην αγκαλιά μου και σε έψαχνα για να το μοιραστώ. Κι ήρθες με το δώρο μου ήδη στα χέρια σου. Ύστερα με μανία και βλέμμα οργισμένο, το πακέτο χίλια κομμάτια πάνω στα πόδια μου κι η φωνή σου να με διαπερνά : "Κοίτα τι έκανες τώρα!! Εσύ φταις για αυτό!!" Κι εγώ βουβή να υπομένω το άδικο
Και την απέραντη θλίψη που δεν μπόρεσα...
που νόμιζα.. που δεν μπόρεσε..
Κρίμα..
Είναι τόσο βάναυσο να ξυπνάς απότομα τα όνειρα σου στον ύπνο των άλλων. Ειδικά όταν εσύ ισχυρίζεσαι ότι δεν ονειρεύεσαι .
Μέσα σε λίγες γραμμές, η απάντηση του "γιατί" που όλοι αναρωτιόμαστε τον τελευταίο καιρό...
Το 1950 οι αγρότες ήταν το 80% του ελληνικού πληθυσμού. Το 2000 οι αγρότες είναι λιγότεροι από 20%. Αυτό στην Ευρώπη συνέβη σε διάστημα 2 αιώνων. Εμείς ως ξύπνιοι και μάγκες το πετύχαμε σε 50 χρόνια! Αυτή η «ταχύρρυθμη αστικοποίηση» δεν ήταν κοινωνική εξέλιξη αλλά βλακώδης κοινωνική ανατροπή και χωρίς την ύπαρξη βιομηχανίας για απασχόληση, σε συνδυασμό με την έμφυτη αποστροφή μας προς την χειρωνακτική εργασία, ήταν βέβαιο ότι θα απέβαινε καταστροφική. Τι θα γίνονταν όλοι αυτοί οι ανειδίκευτοι που συσσωρεύονται στις πόλεις; Το ελληνικό δαιμόνιο βρήκε τη λύση! Η πρώτη γενιά θυρωροί, η δεύτερη γενιά δημόσιοι υπάλληλοι με γλείψιμο και η τρίτη γενιά πτυχιούχοι άνεργοι.
ένα νεαρό ζευγάρι Βιεννέζων τουριστών ψάχνει να αγοράσει ένα μπουζούκι
Όταν πρέπει να φύγεις από το Εδώ για να ζήσεις το Τώρα όταν αυτό που ζεις στο Εδώ είναι ένα Αύριο όλο φόβο που κατατρώει ολοένα τη λάμψη του Χθες (στερνή μου γνώση να σ΄ είχα πρώτα) Τότε συναντάς το ανέλπιστο, το ανθρώπινο, που παράπεσε στο χάος της ναϋλον καθημερινότητας. Το ΠανΑνθρώπινο, που οι πλαστικές κοινωνίες προσπαθούν μανιασμένα να ξεριζώσουν από μέσα μας. Οφείλεις να του χαμογελάσεις και να το βοηθήσεις να βρει το δρόμο του μέσα σου...
Ποτέ δε θα μάθω αν το συμπαθές ζεύγος βρήκε ανοιχτό κατάστημα
στην Ελλάδα του "Δευτέρα&Τετάρτη απόγευμα κλειστά"
ή αν έψαξαν και την άλλη μέρα όπως μου είπαν
Μου αρκεί να τους φαντάζομαι με το μπουζούκι στα μπαγκάζια της επιστροφής
να επιχειρούν τις πρώτες δειλές πενιές τους στο Ευρωπαϊκό τους σαλόνι
Ποιος (μη γνώστης του αντικειμένου φυσικά..) να το φανταζόταν ότι τα σύννεφα, αυτά τα μπαμπάκια που βλέπουμε όταν σηκώνουμε τα μάτια μας στον ουρανό είναι τόσο διαφορετικά μεταξύ τους.. Σε ύψος, σε σύσταση, σε πιθανότητα βροχής.. Όσοι συμμετείχαν και σε προγράμματα περιβαλλοντικής εκπαίδευσης στο σχολείο θα θυμούνται πως ανεβαίναμε στην ταράτσα κάθε μέρα, να δούμε τι δείχνει το ανεμόμετρο, το θερμόμετρο και τι σχήμα έχουν τα σημερινά σύννεφα..
Απ' όλα τα είδη και τα ύψη θα ξεχωρίσω τούτα δω...
Cirrus
Θύσσανοι (cirrus)- Τα σύννεφα του ηλιοβασιλέματος.. Από τα υψηλότερα σχηματιζόμενα σύννεφα. Στην τροπόσφαιρα, πάνω από τα 8km από το έδαφος και ως το τέλος της γήινης ατμόσφαιρας, σχηματίζονται ως πέπλα μεταξωτά ή φτερά, εξ' ολοκλήρου από παγοκρυστάλλους.
Η χαρά του μουσικού-μουσικόφιλου : Μικρό παιδί ανακαλύπτει τον κόσμο όταν μετά από μήνες αναζήτησης βρεις το μουσικό θέμα που πέτυχες κάπου στην τηλεόραση...
Είτε συνειδητή, είτε ασυνείδητη επιλογή η μοναξιά σου είναι άβολη κατάσταση όσο να πεις.. Άκου να σου πω τι θα κάνεις : θα παρακολουθείς ήρωες κυνηγημένους από την ανασφάλεια, τη δειλία, το ναρκισσισμό και την ανωριμότητά τους εγκλωβισμένους στα πάθη τους και στα ατέλειωτα ερωτηματικά τους.. Όσο να ναι θα νιώσεις καλύτερα..
Θα ήθελα να ξυπνήσω ένα πρωί πριν από πολλά χρόνια και να βρω έτοιμο στο ψυγείο μου αυτό το σημείωμα:
Να μην ξεχάσεις από σήμερα:
Να κατεβάσεις τα καλοκαιρινά συναισθήματα. Να πετάξεις αυτά που ανεβοκατεβάζεις τόσα χρόνια στη ντουλάπα αλλά ποτέ δε τα φοράς. Δεν είναι δείγμα νοικοκυροσύνης ράφια γεμάτα ενοχές Αν έχεις ανάγκη βγες για καινούργια που σε κάνουν να νιώθεις όμορφα. Αλλά ποτέ μη κρίνεις από τη βιτρίνα! Ο τελικός λόγος ανήκει σε σένα κι όχι στο είδωλο του δοκιμαστηρίου Και πρόσεχε τις τιμές! Να θυμάσαι : το φτηνό δεν είναι ποτέ όμορφο. Αλλά ούτε να ξοδέψεις μια περιουσία αν κάτι δεν αξίζει τα λεφτά του.. Την πρώτη φορά μπορεί να σε γελάσουν.. Την επόμενη να είσαι προετοιμασμένη. Δεν είναι δείγμα ανωτερότητας να ξοδεύεσαι. Δε θα σε εκτιμήσει καμία πωλήτρια.
Όταν η ζέστη κάνει την ατμόσφαιρα στην πόλη αποπνικτική
και οι προσωπικές ματαιοδοξίες την επικοινωνία δύσκολη
ζητάς επειγόντως μια όαση δροσιάς...
-Οι άνθρωποι, είπε ο μικρός πρίγκιπας, στριμώχνονται μέσα στις ταχείες, μα μήτε που ξέρουν καθόλου τι ψάχνουν να βρουν. Τότε νιώθουν να σπάνε τα νεύρα τους και κλωθογυρίζουν πέρα-δώθε...
Και πρόσθεσε:
- Δεν αξίζει τον κόπο...
Το πηγάδι όπου είχαμε φτάσει δεν έμοιαζε καθόλου με τα πηγάδια της Σαχάρας, απλές λακκούβες σκαμμένες μέσα στην άμμο. Πιο πολύ έμοιαζε με τα πηγάδια που βλέπει κανείς στα χωριά. Όμως εκεί γύρω δεν υπήρχε κανένα χωριό κι έτσι νόμιζα πως ονειρεύομαι.
- Παράξενα πράματα, είπα στον μικρό πρίγκιπα, όλα είναι έτοιμα: το μαγκάνι, ο κουβάς, το σκοινί...
Γέλασε, έπιασε το σκοινί, το τράβηξε κι έβαλε μπροστά το μαγκάνι που έτριξε, όπως τρίζει ένα παλιός ανεμοδείχτης σαν έχει αποκοιμηθεί για πολύν καιρό ο άνεμος.
- Ακούς; είπε ο μικρός πρίγκιπας, ξυπνήσαμε ξανά τούτο το πηγάδι και τραγουδάει...
Δεν θα 'θελα να κουραστεί:
- Άφησέ το σε μένα, είπα, θα είναι πολύ βαρύς ο κουβάς με το νερό, για σένα.
Τράβηξα τον κουβά αργά-αργά μέχρι τα χείλη του πηγαδιού και τον ακούμπησα όρθιο πάνω στο πεζούλι. Στ' αυτιά μου αντηχούσε ακόμη το τραγούδι του μαγκανιού και μέσα στο νερό που κουνιόταν ακόμη, έβλεπα να τρέμει ο ήλιος.
- Νιώθω δίψα γι αυτό το νερό, είπε ο μικρός πρίγκιπας, δώσε μου να πιω...
Και κατάλαβα τι έψαχνε να βρει!
Σήκωσα τον κουβά μέχρι τα χείλη του. Ήπιε με τα μάτια κλειστά. Ήταν γλυκός σαν μια γιορτή. Αυτό το νερό ήταν κάτι πάρα πολύ διαφορετικό από όσο κάποια τροφή. Είχε γεννηθεί από την πορεία κάτω απ' τ' αστέρια, το τραγούδι του μαγκανιού, την προσπάθεια των μπράτσων μου. Ήταν καλό για την καρδιά, όπως ένα δώρο.
[..]
-Οι άνθρωποι στη χώρα σου, είπε ο μικρός πρίγκιπας, καλλιεργούν πέντε χιλιάδες τριαντάφυλλα μέσα σ' ένα μονάχα κήπο... και μέσα εκεί δεν βρίσκουν ότι ζητάνε...
- Δεν το βρίσκουν, απάντησα...
- Κι ωστόσο, αυτό που ψάχνουν θα μπορούσε να βρίσκεται μέσα σ' ένα μόνο τριαντάφυλλο
κι εφόρεσαν τα σάβανα, κι εσέβανε ‘ ς σην στράταν,
‘ς σην στράταν την αγύριστον, ντο πάει κι οπίσ' 'κι έρται.
Ν' αϊλί εκείνεν τη μάναν που εχ' δύο παιδία
τ' έναν επέρ' ο Χάρον και τ' άλλο η ξενιτία
Μάνα σταυρόν ΄κι θα ευρήκ'ς σ΄έρημον το ταφόπο μ',
μον΄ τα αγριοχορτάρεα θα δείκνε σε τον τόπον
Αφιερωμένο σε όλους εκείνους που κάποτε αναγκάστηκαν "να αφήσουν τον τόπο που γεννήθηκαν" και να "διαβούν το δρόμο τον αγύριστο, που πάει και πίσω δε γυρνά"..
Σε εκείνους που ζώντας τη φρίκη και το "τι βλέπουν τα μάτια τους" άφησαν πίσω οικογένειες, αγαπημένους νεκρούς και ζωντανούς, σπίτια, περιουσίες και κόπους.
Σε όλους αυτούς που η μοίρα τους καλεί να κάνουν το ίδιο και σήμερα
Κάποια Πηνελόπη θα φύγει μακρυά από τον Οδυσσέα της
ρίχνοντάς του την ευθύνη για τους μνηστήρες...
Κάποιος Δαίδαλος θα οδηγήσει τον Ίκαρο στο δρόμο για τον Ήλιο
για να τον τιμωρήσει...
Κάποιος Φρίξος θα σπρώξει μόνος του την Έλλη
από την πλάτη του κριαριού...
(Και) για πάντα:
Κάποιοι θα ζουν, χωρίς να το καταλαβαίνουν, στα διαστρεβλωμένα όνειρά τους, αυτά που η πλεονεξία τους απαγορεύει να διεκδικήσουν. Θα φωνάζουν δυνατά, να μην ακούν τον αλέκτωρα της ζωής που απαρνιούνται.
Θα συνεχίσουν να πουλάνε εισιτήρια για τις παραστάσεις των Άλλων. Και σαν αρκούδες που γεράσανε θα λένε διαρκώς "ευχαριστώ" στις πενταροδεκάρες που τους ρίχνουν.
Λένε ότι η μουσική σε κάνει να φεύγεις, σε ταξιδεύει..
Όμως δε λένε ότι για να το νιώσεις πρέπει να έχεις κάνει προηγουμένως το δικό σου ταξίδι και κυρίως να επιστρέψεις από αυτό...
Πάμε πάλι, πιο σωστά. Η μουσική, τελικά, σε κάνει να επιστρέφεις στα ταξίδια σου..
Σημείωση (copyright-διαφήμιση, όπως θέλετε πάρτε το..) : Ο τίτλος της ανάρτησης πειράχτηκε με πολύ αγάπη, σεβασμό και νοσταλγία προς την ομώνυμη εκπομπή του Τρίτου
Πού να πήγε.. Από ποια γωνιά με "φωνάζει" και δε την ακούω. Πώς περνάει άραγε εκεί πέρα. Μήπως βρίσκεται παρέα με διάφορα άλλα χαμένα πράγματα.
Δε μπορεί, πρέπει να υπάρχει ένας Κόσμος που να πηγαίνουν όλες οι κάλτσες όταν χάνονται. Κι όλα τα πράγματα.. Και η μουσική όταν δεν την ακούμε πια. Και οι στιγμές όταν περάσουν από μπροστά μας. Και οι άνθρωποι, όταν φύγουν μέσα από τα χέρια μας.. Ναι... Οι άνθρωποι όπως τους γνωρίσαμε, όπως θα θέλαμε να Ειναι
Εκείνοι όμως Είναι αλλιώς. Είναι, όπως και να χει. Αυτό μετράει. Γι' αυτό και θα τους ξαναβρείς, σαν την χαμένη κάλτσα, απρόσμενα, όταν ανυποψίαστος θα απλώνεις το επόμενο πλυντήριο.
Αυτοί, που είναι εκείνοι οι άνθρωποι της επιστήμης, των οποίων η επιστήμη είναι μονάχα να ταξινομούν, αγνοούν κατά γενικό κανόνα, ότι τα ταξινομήσιμα πράγματα είναι άπειρα και ως εκ τούτου δε μπορούν να ταξινομηθούν.
Αλλά αυτό που με εκπλήσσει είναι πως αγνοούν την ύπαρξη άγνωστων ταξινομήσιμων πραγμάτων, πραγμάτων της ψυχής και της συνείδησης που βρίσκονται στα διάκενα της γνώσης.